Περιγραφή
Η φράση “Φόβος είναι η απουσία γνώσης” συσχετίζει το φόβο ή τη φοβία σε σχέση με τη γνώση. Αν για παράδειγμα, δείτε ένα φίδι έξω στη φύση και ξέρετε πως δεν είναι δηλητηριώδες, δε χρειάζεται ούτε να του κάνετε κακό ούτε και να τρέξετε να ξεφύγετε. Το πως αντιδρούμε στα πράγματα εξαρτάται από το τι γνωρίζουμε για αυτά.
Αυτή η φράση μπορεί να ερμηνευθεί σε πολλά επίπεδα και να εφαρμοστεί σε διάφορους τομείς της ανθρώπινης ζωής, από την προσωπική ανάπτυξη μέχρι τις κοινωνικές αλλαγές.
Ψυχολογική Διάσταση
Ψυχολογικά, ο φόβος συχνά προκύπτει από την αβεβαιότητα ή την άγνοια για ένα άγνωστο ή αντιληπτό ως απειλητικό γεγονός, κατάσταση ή αντικείμενο. Η γνώση και η κατανόηση μπορούν να μειώσουν αυτήν την αβεβαιότητα, δίνοντάς μας μια αίσθηση ελέγχου και μειώνοντας τον φόβο. Σε αυτό το πλαίσιο, η γνώση δρα ως αντίδοτο στον φόβο.
Κοινωνική και Πολιτισμική Διάσταση
Σε κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο, η έλλειψη γνώσης σχετικά με άλλους ανθρώπους, πολιτισμούς, ή ιδεολογίες μπορεί να οδηγήσει σε προκαταλήψεις, διακρίσεις και συγκρούσεις. Η εκπαίδευση και η ενημέρωση μπορούν να προάγουν την κατανόηση, την ανεκτικότητα και την ειρήνη, μειώνοντας τον φόβο του “άλλου”.
Εφαρμογή στην Προσωπική Ανάπτυξη
Από την προοπτική της προσωπικής ανάπτυξης, ο φόβος της αποτυχίας, του αγνώστου ή της αλλαγής μπορεί να περιορίσει τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες μας. Η απόκτηση γνώσης, δεξιοτήτων και εμπειριών μας επιτρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτούς τους φόβους και να επεκτείνουμε τα όρια της ζώνης άνεσης μας.
Συνοψίζοντας, αυτό το γνωμικό μας υπενθυμίζει την αξία της γνώσης ως καταλύτη για την ατομική και κοινωνική εξέλιξη, και τη δύναμη που έχουμε να υπερβαίνουμε τους φόβους μας μέσω της μάθησης και της κατανόησης.
Ο Σερ Φράνσις Μπέικον, Υποκόμης του Σαιντ Ώλμπανς (Sir Francis Bacon, Viscount St. Albans, 22 Ιανουαρίου 1561 – 9 Απριλίου 1626) γνωστός στην ελληνική βιβλιογραφία και ως Φραγκίσκος Βάκων, ήταν Άγγλος φιλόσοφος, πολιτικός, επιστήμονας, συγγραφέας και δεξιοτέχνης στη χρήση της αγγλικής γλώσσας. Μνημονεύεται για την ικανότητά του ως αγορητή στο κοινοβούλιο και σε περιώνυμες δίκες, καθώς και ως καγκελάριος του βασιλιά της Αγγλίας Ιακώβου Α’.[1] Επίσης θεωρήθηκε ο άνθρωπος που επιδίωξε την κατάκτηση όλης της σφαίρας της γνώσης και που ύστερα από μελέτη και επισκόπηση υποστήριξε νέους τρόπους για να μπορέσει ο άνθρωπος να επιβάλει έναν έλλογο έλεγχο πάνω στη φύση, προς δόξα του θεού και βελτίωση της θέσης του ανθρώπου πάνω στον κόσμο.[2]
Η ζωή του
Νεανικά Χρόνια
Ο Μπέικον γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1561 στο Γιορκ Χάους κοντά στο Στραντ του Λονδίνου. Ήταν ο νεότερος από τους δύο γιους του υπουργού Δικαιοσύνης σερ Νίκολας Μπέικον. Η μητέρα του Ανν Κουκ ήταν συγγενής του λόρδου Μπέργκλυ, κυριότερου υπουργού της βασίλισσας Ελισάβετ Α’. Μαζί με τον αδερφό του, Άντονυ, ξεκίνησαν να φοιτούν στο Κολέγιο Τρίνιτυ του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ το 1573. Τα δύο χρόνια σπουδών του στο πανεπιστήμιο διακόπηκαν λόγω ασθένειας. Η απέχθεια που ένιωθε ο Μπέικον για την «άκαρπη», όπως την αποκαλούσε, αριστοτελική φιλοσοφία χρονολογείται από τότε.
Η γνωσιοθεωρία του
Από το Πρόοδος της μαθήσεως φαίνεται ότι ο Μπέικον έδινε μεγάλη αξία στη γνώση, χωρίς ωστόσο να χτυπάει στον αέρα· υπήρχε θρησκευτική, κοινωνική και σκεπτική αντίθεση. Η γνώση αμύνονταν κατά της δυσπιστίας και των διαστρεβλώσεων που οφείλονταν στο ζήλο των θεολόγων, κατά της κριτικής των πολιτικών, οι οποίοι υποστήριζαν ότι η γνώση εξασθενεί τη δράση, και κατά της δυσπιστίας των ίδιων των πεπαιδευμένων. Ο Μπέικον δεν ανεχόταν τους τρόπους των λογίων, αλλά πίστευε ότι οι πεπαιδευμένοι έχουν τη δυνατότητα να δείξουν μεγαθυμία επειδή έχουν συνείδηση του εύθραυστου προσώπου τους, της αποτυχίας του πεπρωμένου τους και της αξίας της ψυχής τους και της κλίσης τους. Οίκτιρε την εκκεντρική, εριστική και «λεπτεπίλεπτη» μάθηση· ο άνθρωπος όφειλε να αγωνίζεται για να γνωρίζει το ουσιαστικό περιεχόμενο πριν από τις λέξεις και το ίδιο το περιεχόμενο δεν πρέπει να αποσυντίθεται στα στρεβλά ερωτήματα των μεσαιωνικών σχολαστικών. Σοβαρότερη είναι η απάτη που καταστρέφει την ουσιαστική μορφή της γνώσης, γιατί η αλήθεια του όντος και η αλήθεια της γνώσης είναι ένα. Θεωρούσε «δηκτικό χιούμορ» την ακραία εκζήτηση του νεωτερισμού ή της Αρχαιότητας, δυσπιστούσε προς τον πρόωρο περιορισμό της γνώσης σε «ελευθέριες τέχνες», προείδε τη διόγκωση του ρόλου των ειδικών και τους κινδύνους μιας επιπόλαιης απόρριψης των αμφιβολιών.[14]
Αν και ήταν πεπεισμένος για την ανάγκη της πληρότητας της γνώσης, ο Μπέικον δεν απέκρυψε τα ενδιαφέροντά του: «Ο τομέας της φιλοσοφίας και των επιστημών είναι η σφαίρα χωρίς την οποία δεν με ενδιαφέρει να ζω». Στο προοίμιο,στην εισαγωγή και στο σχέδιο για την Αναστήλωση των επιστημών εισηγήθηκε τη ριζική ανάπλαση της επικοινωνίας ανάμεσα στο ανθρώπινο πνεύμα και στη φύση των πραγμάτων, όπου η συλλογιστική σκέψη πρέπει να υποβιβαστεί υπέρ μιας κριτικής υπαγωγής βασισμένης σε πειραματικό έλεγχο. Ο στόχος του ήταν να υποτάξει και να ξεπεράσει τις ανάγκες και τις δυστυχίες της ανθρωπότητας. Περιέγραφε την επιστημονική μέθοδο που θα ακολουθούσε, έκανε παρατηρήσεις, καθώς και ένα προσχέδιο ώστε να καταλήξει στην αρχή που θα ρύθμιζε το όλο εγχείρημα, που ήταν η δόξα του Θεού.[15][16]
Στο Νέο όργανο η θεωρία εκφράστηκε με αφορισμούς, στους οποίους τρεις ιδέες αποτελούσαν το υπόβαθρο: η ανάγκη για μία νέα λογική, η προσπάθεια ανακάλυψης των «μορφών» αυτού που πίστευε ότι είναι ένας περιορισμένος αριθμός απλών φύσεων (ποιοτήτων όπως η θερμότητα ή η λευκότητα) και η συλλογή μίας περιεκτικής φυσικής ιστορίας. Εξετάζοντας χωριστά τις τρεις ιδέες, δεν είναι δύσκολο να τις συλλάβουμε· είναι η μεταξύ τους σύνδεση που έχει θεωρηθεί αινιγματική και μη ικανοποιητική. Ο Μπέικον θεωρούσε τη γνώση σαν μία πυραμίδα με τη φυσική ιστορία στη βάση της, τη φυσική στο μέσο της και τη μεταφυσική στην κορυφή της. Η εκτίμηση του γι’ αυτό το τμήμα του έργου φαίνεται ότι είχε αυξηθεί και προς το τέλος της ζωής του,της έδωσε θεμελιώδη σπουδαιότητα.[17]